Παραμύθια που διαβάζουμε σήμερα
Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσαν δύο αδέρφια. Η Γαριφαλιά και ο Δημήτρης. Αυτά τα δύο αδέρφια φαινόταν με μια ματιά ότι ήταν δίδυμα. Δυστυχώς, δεν είχαν καθόλου φίλους γιατί όλοι τους περνούσαν για τρελούς, λόγο της φαντασίας τους. Ήταν 8 χρονών και δεν ξέρω άλλα παιδιά που να ήταν τόσο μα τόσο περιπετειώδη.
Μια φορά κι έναν καιρό σε μια χώρα μακρινή, το κρύο ήταν αβάσταχτο, χιόνιζε και ήδη είχε αρχίσει να βραδιάζει. Ήταν το τελευταίο βράδυ του έτους, παραμονή Πρωτοχρονιάς. Με τέτοιο κρύο και τέτοιο σκοτάδι, ένα φτωχό κοριτσάκι περπατούσε στο δρόμο χωρίς σκουφί και ξυπόλυτο.
Μια φορά και έναν καιρό, σε μια μακρινή χώρα, ζούσε ένας μικρός πρίγκιπας. Ο πρίγκιπας αυτός ήταν πολύ ανήσυχος και δεν μπορούσε να κοιμηθεί τη νύχτα. Έτσι, ο βασιλιάς, ο πατέρας του, αποφάσισε να του δώσει ένα πολύτιμο δώρο για τα γενέθλιά του. Το δώρο αυτό ήταν ένας μικρός σκύλος, τον οποίο ο πρίγκιπας αγάπησε πολύ.
Μια φορά κι έναν καιρό, ζούσε μια οικογένεια που τους άρεσε να παίζουν μουσική. Ο μπαμπάς, η μαμά και τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια έπαιζαν όλα τα όργανα. Κιθάρα, πιάνο, ακορντεόν, βιολί, φλογέρα και όλα τα άλλα.
Αν υπάρχει ένα βιβλίο που έχει αγαπηθεί όσο κανένα άλλο, αυτό είναι ο «Μικρός Πρίγκιπας» του Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ. Η ιστορία του Μικρού Πρίγκιπα, ενός ιδιαίτερου παιδιού που έφτασε στη γη από άλλον πλανήτη, είναι ένα μαγικό και διαχρονικό παραμύθι που γράφτηκε για μικρούς αλλά αγαπήθηκε από μεγάλους...
Μια φορά και έναν καιρό, ζούσε μια γυναίκα με τον μονάκριβο γιο της, τον Τζακ. Ήταν πολύ φτωχοί και μια μέρα η γυναίκα δεν είχε τίποτε για να φάνε. Το μόνο που τους απέμενε ήταν μια γριά αγελάδα. Έτσι, η γυναίκα έστειλε τον Τζακ να την πουλήσει στην αγορά.
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε στην αυλή ενός χωριάτικου σπιτιού μια χελώνα, που είχε έναν μεγάλο καημό. Ήθελε να πετάξει στον ουρανό όπως τα πουλιά.
Μια φορά κι έναν καιρό, ένα ποντίκι, ένα πουλί κι ένα λουκάνικο έμεναν μαζί στο σπιτικό τους. Το συντηρούσαν όλοι μαζί, αφού ήταν πολύ αγαπημένα, και στο σπιτάκι τους βασίλευε ειρήνη κι ευτυχία αφού ο καθένας έκανε τη δουλειά του.
Μια φορά και έναν καιρό, ζούσε ένας βασιλιάς και μία βασίλισσα που επιθυμούσαν πάρα πολύ να αποκτήσουν ένα παιδί. Κάποια μέρα και αφού είχε περάσει πολύς καιρός, η βασίλισσα πήγε για μπάνιο στην λίμνη.
Μια φορά και έναν καιρό, ο βασιλιάς της Αθήνας που τον έλεγαν Αιγέα, γυρνούσε από το µαντείο των ∆ελφών, και πέρασε από την Τροιζήνα. Εκεί γνώρισε την Αίθρα, την κόρη του βασιλιά Πιτθέα, και την ερωτεύτηκε. Από αυτούς τους δυο γεννήθηκε ο Θησέας. Ενώ η Αίθρα ήταν ακόµη έγκυος, ο Αιγέας χρειάστηκε να γυρίσει στην Αθήνα.